Κοκκινολαίμης

(Erithacus rubecula)
Ζει όλον τον χρόνο στην περιοχή, αλλά οι πληθυσμοί του είναι πολύ μεγαλύτεροι τον χειμώνα, όταν προστίθενται και άτομα που έρχονται από τον βορρά.
Sophia Siggiridou_Kostas Vidakis, MSc

Κατανομή των ειδών

Κοινό είδος και μόνιμος κάτοικος της περιοχής μελέτης. Στην περιοχή παρατηρείται σε ποσοστό μικρότερο του 2% του εθνικού πληθυσμού που εκτιμάται ότι αριθμεί 210.000 – 360.000 ζευγάρια, με την κατάσταση του τοπικού πληθυσμού του, ο οποίος δεν είναι απομονωμένος εντός της ευρύτερης περιοχής εξάπλωσης, να εκτιμάται από καλή έως εξαιρετική. Το είδος στη περιοχή μελέτης απαντάται από τα χαμηλότερα υψόμετρα των αγροτοδασικών περιοχών έως και τα δάση οξιάς, συνήθως σε θέσεις με υπόροφο θάμνων και κοντά σε οικοτόνους. Συχνός επισκέπτης ακόμη και εντός των οικισμών της περιοχής μελέτης, σε θέσεις με δέντρα και θάμνους, κυρίως κατά την διάρκεια του χειμώνα.

Περιγραφή του είδους (βιολογικά και οικολογικά χαρακτηριστικά)

Μικρό πτηνό με λεπτά και μακριά πόδια. Το κεφάλι και τα μάτια του επίσης μοιάζουν μεγάλα. Πάνω μέρη καφέ, κοιλιά λευκή, με πορτοκαλοκόκκινο μέτωπο, περιοχή γύρω από τα μάτια, λαιμό και στήθος. Νευρικός, κάθεται, μετακινείται ξαφνικά και ξανακάθεται. Το αρσενικό είναι έντονα χωροκρατικό και πολύ επιθετικό απέναντι στα άλλα αρσενικά κατά την αναπαραγωγική περίοδο, έχει καταγραφεί να επιτίθεται ακόμα και στην αντανάκλασή του. Ελκύεται από ανθρώπινες δραστηριότητες όπως η κηπουρική, αλλά και δραστηριότητες άλλων ζώων, όπως οι αγριόχοιροι και οι ασπάλακες, που αναμοχλεύουν το έδαφος και αποκαλύπτουν αγαπημένα είδη λείας. Ωδικό πτηνό με μελωδικό τραγούδι και πλούσιο ρεπερτόριο. Το μοναδικό είδος της Ευρώπης του οποίου και τα δύο φύλα διατηρούν ατομικές επικράτειες και τραγουδούν όλον τον χειμώνα.

Ζει όλον τον χρόνο στην περιοχή, αλλά οι πληθυσμοί του είναι πολύ μεγαλύτεροι τον χειμώνα, όταν προστίθενται και άτομα που έρχονται από τον βορρά. Είναι βασικά δασόβιο πτηνό, προτιμώντας δάση πλατύφυλλων αλλά και κωνοφόρων σε μίξη με πλατύφυλλα. Απαραίτητη είναι η ύπαρξη υπορόφου θάμνων σε σημαντικό ποσοστό, αλλά και ανοιγμάτων. Προτιμά περιοχές υγρές και σκιερές, κοντά σε νερό. Τον χειμώνα είναι κοινός παντού, ιδιαίτερα σε ελαιώνες, ακόμα και σε πάρκα σε πόλεις. Φωλιάζει σχεδόν παντού, σε εσοχές δέντρων, σε απότομες όχθες, ανάμεσα σε ρίζες, επάνω στο έδαφος ή σε χαμηλό ύψος. Ανατρέφει 2 ή 3 γενιές νεοσσών κάθε χρόνο. Αναζητά την τροφή του στο έδαφος ή μέσα σε θάμνους και στα χαμηλότερα κλαδιά των δέντρων. Τρέφεται με έντομα και άλλα αρθρόποδα, σαλιγκάρια και γαιοσκώληκες. Τον χειμώνα καταναλώνει και καρπούς, μεταξύ αυτών και μεγάλες ποσότητες ελιών.

Δεν αντιμετωπίζει σημαντικές απειλές. Η βασικότερη απειλή για το είδος είναι οι δριμείς χειμώνες που μπορούν αν οδηγήσουν σε μεγάλη μείωση του πληθυσμού του. Επίσης η λαθροθηρία μπορεί να αποτελέσει σημαντική απειλή για το είδος.

Κατάσταση διατήρησης

Μειωμένης Ανησυχίας.

Κατάσταση διατήρησης

Προστατεύεται από τις Συμβάσεις της Βέρνης (Παράρτημα ΙΙ) και της Βόννης (Παράρτημα ΙΙ). Σύμφωνα με το Ελληνικό Κόκκινο Βιβλίο στην Ελλάδα και με την IUCN σε ευρωπαϊκό επίπεδο το είδος δεν κατατάσσεται σε κατηγορία απειλής. Επίσης, δεν κατατάσσεται σε κατηγορία ειδών ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος ως προς την προστασία τους από την BirdLife International.