Κατανομή των ειδών
Κοινό αρπακτικό της περιοχής μελέτης με μόνιμη παρουσία, η οποία εκτιμάται σε τουλάχιστον δέκα ζευγάρια, ποσοστό μικρότερο του 2% του εθνικού πληθυσμού που αριθμεί 4.000 με 8.000 ζευγάρια. H κατάσταση του τοπικού πληθυσμού του, ο οποίος δεν είναι απομονωμένος εντός της ευρύτερης περιοχής εξάπλωσης, εκτιμάται ως εξαιρετική. Το είδος χρησιμοποιεί το σύνολο της περιοχής μελέτης από τα χαμηλότερα μέχρι τα μεγαλύτερα υψόμετρα. Απαντάται σε ποικιλία ενδιαιτημάτων όπως κυρίως οι αγροτοδασικές εκτάσεις, τα δάση με ξέφωτα και οι ανοιχτές περιοχές της αλπικής ζώνης.
Περιγραφή του είδους (βιολογικά και οικολογικά χαρακτηριστικά)
Μεσαίου μεγέθους ημερόβιο αρπακτικό πτηνό, το πιο κοινό της Ελλάδας και της Ευρώπης. Συνήθως καφέ χρώματος, αλλά απαντάται σε πολλές παραλλαγές φτερώματος, από πολύ ανοιχτόχρωμο έως πολύ σκουρόχρωμο. Μια ανοιχτόχρωμη ζώνη διαχωρίζει το σκούρο άνω στήθος από την κοιλιά, ενώ έχει μαύρα, σαν κόμματα, μπαλώματα στην περιοχή του καρπού στο κάτω μέρος της φτερούγας. Πετά συνήθως με γρήγορα φτεροκοπήματα, χρησιμοποιώντας τις κοντές αλλά φαρδιές φτερούγες της, τις οποίες κρατά λυγισμένες στην περιοχή του καρπού. Συχνά τη βλέπουμε να παραμονεύει τη λεία της καθισμένη σε κλαδιά δέντρων, στύλους και φράχτες.
Αναπαράγεται στα δάση του Παγγαίου. Φτιάχνει τις ογκώδεις φωλιές της από ξερόκλαδα ψηλά σε δέντρα που γειτνιάζουν με ανοικτές περιοχές, σπάνια σε βράχια και πολύ σπάνια στο έδαφος. Εκτός αναπαραγωγικής περιόδου περιφέρεται σε ανοικτές περιοχές χαμηλού υψομέτρου, όπως λιβάδια, αγροτικές περιοχές, υγρότοπους. Συνηθίζει να κάθεται σε θέσεις θέας – δέντρα, στύλους, φράχτες – από όπου μπορεί να επιβλέπει τον περιβάλλοντα χώρο και να εντοπίζει τη λεία της. Η βασική τροφή της είναι τα μικρά θηλαστικά, κυρίως ποντίκια. Τρέφεται επίσης με μικρά πτηνά, ερπετά, αμφίβια, έντομα και άλλα ασπόνδυλα. Σπανιότερα καταναλώνει πτώματα ζώων ή μεγαλύτερα πτηνά και θηλαστικά που συνήθως κλέβει από άλλα αρπακτικά.
Η υποβάθμιση των ενδιαιτημάτων του είδους λόγω της εγκατάλειψης παραδοσιακών πρακτικών και χρήσεων γης, συμπεριλαμβανομένης της εκτατικής γεωργίας και κτηνοτροφίας, μπορεί να οδηγήσει σε περιορισμό της έκτασης του κατάλληλου ενδιαιτήματος τροφοληψίας. Επίσης, απειλές για το είδος είναι η πιθανή υλοτομία ώριμων δέντρων, η οποία μειώνει τις πιθανές θέσεις φωλεοποίησης, οι δασικές πυρκαγιές και η λαθροθηρία. Η παράνομη χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων για έλεγχο «επιβλαβών θηλαστικών» και η χρήση φυτοφαρμάκων στις καλλιέργειες μπορούν να προκαλέσουν μείωση στο πληθυσμό του είδους. Τέλος, πιθανή απειλή είναι το είδος είναι η μελλοντική ανάπτυξη αιολικών πάρκων.
Κατάσταση διατήρησης
Μειωμένης Ανησυχίας.
Κατάσταση διατήρησης
Προστατεύεται από τις Συμβάσεις της Βέρνης (Παράρτημα ΙΙ) και της Βόννης (Παράρτημα ΙΙ). Σύμφωνα με το Ελληνικό Κόκκινο Βιβλίο στην Ελλάδα και με την IUCN σε ευρωπαϊκό επίπεδο το είδος δεν κατατάσσεται σε κατηγορία απειλής. Επίσης, δεν κατατάσσεται σε κατηγορία ειδών ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος ως προς την προστασία τους από την BirdLife International, ενώ προστατεύεται και από την Διεθνή Σύμβαση CITES (Παράρτημα ΙΙ).