Κατανομή των ειδών
Πρόκειται για ιδιαίτερα κοινό είδος στο Παγγαίο, καθώς το βρίσκουμε σε διάφορες τοποθεσίες όλων των υψομέτρων. Κυρίως απαντά σε κράσπεδα δασών, στον υπόροφο δρυοδασών και δασών άλλων φυλλοβόλλων πλατυφύλλων και σε θαμνώνες.
Περιγραφή του είδους (βιολογικά και οικολογικά χαρακτηριστικά)
Ο πληθυσμός του είδους στο όρος Παγγαίο είναι ιδιαίτερα μεγάλος. Πρόκειται για ποώδες φυτό, με βλαστούς μήκους 20-50 εκ. Τα φύλλα του είναι σύνθετα, αποτελούμενα το καθένα από δύο λογχοειδή επιμέρους ελάσματα που ονομάζονται φυλλάρια. Στη βάση του μίσχου τους, υπάρχουν δυο παράφυλλα που μοιάζουν πολύ με τα φύλλα. Τα άνθη, ανά 2 έως και 6, έχουν μορφή πεταλούδας, με μπλε έως και ιώδες χρώμα. Ο καρπός μοιάζει με μικρό φασολάκι. Ανθίζει τον Μάιο έως τον Ιούλιο. Είναι κτηνοτροφικό φυτό, το οποίο βελτιώνει και τη γονιμότητά του εδάφους εμπλουτίζοντάς το με άζωτο. Ανήκει στα φυτά που είναι γνωστά ως αγριομπίζελα ή αγριολαθούρια. Οι σπόροι του περιέχουν μεγάλη ποσότητα λαθυρίνης, η οποία επιφέρει μια πάθηση που προκαλεί παράλυση των κάτω άκρων. Όμως η τοξική αυτή ουσία καταστρέφεται με το βράσιμο και έτσι χρησιμοποιούνται ως όσπρια (φάβα Σαντορίνης, αρακάς), τα οποία είναι ιδιαιτέρως εύγευστα. Από τον Πλίνιο γνωρίζουμε ότι το λαθούρι καταναλώνονταν καβουρδισμένο ή βρασμένο. Πέρα από τη διατροφική σημασία, οι αρχαίοι φαίνεται να γνώριζαν κάποιες θεραπευτικές ιδιότητες του λαθουριού αλλά και κάποιες μη ευεργετικές, στην περίπτωση που καταναλώνονταν χωρίς μούλιασμα (στομαχικοί πόνοι). Αρκετούς αιώνες αργότερα διαπιστώθηκε ότι η συνεχόμενη κατανάλωσή του σε μεγάλες ποσότητες συνδέεται με μια νευρολογική ασθένεια, η οποία πήρε την ονομασία λαθυρισμός. Η καταγωγή του λαθουριού τοποθετείται, σύμφωνα με την μέχρι πρόσφατα κρατούσα άποψη, στην περιοχή της Υπερκαυκασίας και της νότιας Κασπίας.
Λόγω της σχετικά ευρείας του εξάπλωσης στο όρος Παγγαίο, δεν παρατηρήθηκαν ιδιαίτερες απειλές και πιέσεις οι οποίες, θα οδηγούσαν στη σημαντική μείωση του πληθυσμού του.
Κατάσταση διατήρησης
Μειωμένης Ανησυχίας.
Κατάσταση διατήρησης
Σύμφωνα με την IUCN εντάσσεται στην κατηγορία φυτών «Μειωμένης Ανησυχίας» (LC-Least Concern), γεγονός το οποίο δεν συνεπάγεται ότι το είδος είναι ασφαλές ούτε ότι δεν πρέπει να προστατεύεται αλλά ότι «δεν διατρέχει άμεσο κίνδυνο εξαφάνισης εφόσον διατηρούνται οι παρούσες συνθήκες».