Κατανομή των ειδών
Το φθινόπωρο, από τα τέλη Σεπτεμβρίου έως τα τέλη Οκτωβρίου, οι χέρσες, οι πετρώδεις πλαγιές των λόφων, οι άκρες των δρόμων, τα ξέφωτα και διαταραγμένες θέσεις (όπως τα εγκαταλειμμένα λατομεία), στα χαμηλά και μεσαία υψόμετρα του Παγγαίου γεμίζουν με τα κίτρινα άνθη της κόνυζας.
Περιγραφή του είδους (βιολογικά και οικολογικά χαρακτηριστικά)
Πολυετές ποώδες φυτό, κολλώδες και βαρύοσμο, ύψους έως 120 εκ. Έχει αρκετούς πολύφυλλους ανερχόμενους βλαστούς. Τα φύλλα τους μοιάζουν με λόγχες που έχουν λείες ή σαν δόντια παρυφές, και κολλώδεις, αδενώδεις τρίχες στην επιφάνειας τους. Τα σύνθετα άνθη του (κεφάλια) είναι αρκετά μεγάλα, τοποθετημένα στις κορυφές (άκρες) των βλαστών σε μία διάταξη που μοιάζει με τσαμπί σταφύλι. Το φθινόπωρο, το βούισμα είναι ο κύριος ήχος που ακούγεται καθώς το φυτό αποτελεί μία από τις λίγες πηγές τροφής για τις μέλισσες. Αλλά, το κυριότερο, είναι ότι τις βοηθά να καταπολεμήσουν τη βαρρόα, ένα παρασιτικό αρθρόποδο που συγκαταλέγεται στα ακάρεα, η οποία μπορεί να οδηγήσει τις μέλισσες ακόμη και σε ολοκληρωτική εγκατάλειψη της κυψέλης. Στο φυτό αποδίδονται επουλωτικές και αντισηπτικές ιδιότητες που έγιναν αντιληπτές από παλιά στους κατοίκους κυρίως των νησιών του Αιγαίου και για τον λόγο αυτό χρησιμοποιούσαν τα φύλλα του ως κατάπλασμα. Χρησιμοποιήθηκε επίσης για την καταπολέμηση της μελίγκρας από κηπευτικά και εσπεριδοειδή και των ψειρών και ψύλλων από τα κοτέτσια. Το φυτό απαντά στις χώρες της μεσογειακής λεκάνης.
Λόγω της σχετικά ευρείας του εξάπλωσης στο όρος Παγγαίο, δεν παρατηρήθηκαν ιδιαίτερες απειλές και πιέσεις οι οποίες θα οδηγούσαν στη σημαντική μείωση του πληθυσμού του.
Κατάσταση διατήρησης
–
Κατάσταση διατήρησης
Δεν υπόκειται σε κάποιο εθνικό ή διεθνές καθεστώς προστασίας.