Αετομάχος

(Lanius collurio)
Αποδημητικό πτηνό. Αναπαράγεται στο Παγγαίο και διαχειμάζει στην τροπική Αφρική.
Sophia Siggiridou_Kostas Vidakis, MSc

Κατανομή των ειδών

Το είδος είναι κοινό στη περιοχή μελέτης και παρατηρείται σε ποσοστό μικρότερο του 2 % του εθνικού πληθυσμού που αριθμεί σε περίπου 40.000 ζευγάρια. Η κατάσταση του τοπικού πληθυσμού του, ο οποίος δεν είναι απομονωμένος εντός της ευρύτερης περιοχής εξάπλωσης, εκτιμάται ως καλή. Το είδος δραστηριοποιείται στη περιοχή μελέτης κυρίως σε ενδιαιτήματα με αραιή θαμνώδη βλάστηση, στις ανοιχτές περιοχές της αλπικής ζώνης κοντά στα δασοόρια και στα ανοιχτά ενδιαιτήματα των χαμηλότερων υψομέτρων, συμπεριλαμβανομένων και των αγροτοδασικών περιοχών όπου υπάρχει παρουσία θάμνων, μεμονωμένων δέντρων και φυτοφραχτών.

Περιγραφή του είδους (βιολογικά και οικολογικά χαρακτηριστικά)

Μεσαίου μεγέθους με μακριά ασπρόμαυρη ουρά, δυνατά πόδια με μυτερά νύχια και φαρδιά μαύρη οφθαλμική γραμμή σαν μάσκα ληστή. Σταχτί κεφάλι, ανοιχτά ροδοκαστανά κάτω μέρη, κοκκινωπά πάνω μέρη. Τα θηλυκά είναι πιο μουντά γκριζοκάστανα. Συχνά βρίσκεται σε όρθια στάση, κουνώντας λοξά την ουρά του όταν είναι ανήσυχος. Χρησιμοποιεί ευθεία και γρήγορη πτήση για μικρές αποστάσεις, κυματιστή για μεγαλύτερες. Η ονομασία του γένους του Lanius σημαίνει χασάπης στα λατινικά, ενώ του έχει αποδοθεί και το προσωνύμιο «πτηνό χασάπης» εξαιτίας της συνήθειάς του να αποθηκεύει τη λεία του καρφώνοντάς τη πάνω σε μεγάλα αγκάθια θάμνων, σε αιχμηρές άκρες καλαμιών, ακόμα και σε αγκαθωτό σύρμα.

Αποδημητικό πτηνό. Αναπαράγεται στο Παγγαίο και διαχειμάζει στην τροπική Αφρική. Παρατηρείται σε μεγάλα κοπάδια κυρίως κατά τη φθινοπωρινή μετανάστευση. Απαντάται σε ανοιχτές εκτάσεις με καλλιέργειες, ξέφωτα, αραιή βλάστηση, βοσκότοπους και σε περιοχές με διάσπαρτους θάμνους και φράχτες. Φτιάχνει τη φωλιά του μέσα σε πυκνούς, συχνά αγκαθωτούς θάμνους. Εντοπίζει τη λεία του συνήθως εποπτεύοντας τον χώρο από κάποια θέση παρατήρησης. Τρέφεται κυρίως με έντομα και άλλα ασπόνδυλα, αλλά και μικρά θηλαστικά, πτηνά, ερπετά και αμφίβια.

Οι βασικότερες πιέσεις και απειλές για το είδος σχετίζονται με την υποβάθμιση και καταστροφή των κατάλληλων ενδιαιτημάτων του, κυρίως λόγω της επέκτασης και εντατικοποίησης των καλλιεργειών που ως αποτέλεσμα έχουν την καταστροφή των φυτοφραχτών. Επίσης η δάσωση των ανοιχτών περιοχών, η οικιστική ανάπτυξη και η χρήση φυτοφαρμάκων που προκαλεί μείωση της διαθέσιμης τροφής αποτελούν απειλές για το είδος.

Κατάσταση διατήρησης

Μειωμένης Ανησυχίας.

Κατάσταση διατήρησης

Προστατεύεται από την Οδηγία 2009/147/ΕΚ (Παράρτημα Ι) και τη Σύμβαση της Βέρνης (Παράρτημα ΙΙ). Σύμφωνα με το Ελληνικό Κόκκινο Βιβλίο στην Ελλάδα και με την IUCN σε ευρωπαϊκό επίπεδο το είδος δεν κατατάσσεται σε κατηγορία απειλής. Επίσης, κατατάσσεται στη κατηγορία SPEC 2 ειδών ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος ως προς την προστασία τους από την BirdLife International.